728x90 AdSpace

Latest Articles

13 Οκτ 2015

Πώς φτάσαμε στα ανείπωτα; - Χάιντι Σεραφειμίδου



Διστάζω να γράψω για σένα. Ίσως να είναι πολύ νωρίς, ίσως πάλι μπορεί και να είναι πολύ αργά.


Με πήρες τηλέφωνο αργά το βράδυ ή αλλιώς νωρίς το πρωί  -είναι όπως με το μισοάδειο και μισογεμάτο ποτήρι -η οπτική γωνία του καθενός είναι διαφορετική.
Εκεί ακριβώς είναι το σημείο που η σχέση μας άρχισε να νοσεί. Εκεί, σ’ αυτή τη διαφορετική ματιά. 
Σ᾽ όλα εκείνα που εσύ βάφτιζες «κοινή λογική» κι ας επέμενα πως δεν υπάρχει τίποτα κοινό με τη λογική.
Σ᾽ όλα εκείνα που εγώ θεωρούσα αστεία, μα εσύ ντρεπόσουν. 
Σ᾽ όλα εκείνα που εγώ φοβόμουν, μα εσύ με κορόιδευες.
Σ᾽ όλα εκείνα που με πλήγωναν κι εσύ δε δίσταζες να επαναλάβεις.

«Θα προσπαθήσουμε», είπαμε άπειρες φορές, «να σώσουμε αυτή τη σχέση», αλλά κι οι δύο ξέραμε πως ήταν μόνο λόγια που θέλαμε ν’ ακούσουμε. Την αλήθεια την ξεχάσαμε μήνες πριν σ’ εκείνο το δωμάτιο του ξενοδοχείου, τη στιγμή που μου πες «σ’ αγαπάω».
Τη στιγμή που σε φίλησα κι είπα κι εγώ με τη σειρά μου «δε θα σ’ αφήσω ποτέ».
Την αλήθεια την ξεχάσαμε μήνες πριν, γιατί εκεί ξεχάσαμε και τους εαυτούς μας.

Κλείσαμε το τηλέφωνο κι ήρθες να με βρεις. Καθίσαμε στην είσοδο του σπιτιού μου. Δεν ξέρω αν υπήρχε κάτι άλλο να πούμε. Πέρασαν δέκα λεπτά, ίσως τα πιο βασανιστικά της ζωής μου, μέχρι κάποιος από τους δυο μας να μιλήσει.
Κοιτούσες μια τα πόδια σου και μια το τίποτα μπροστά σου. Εγώ κοιτούσα τη διαδρομή των ματιών σου και προσπαθούσα να μαντέψω αυτή του μυαλού σου. 

-Πώς είσαι; με ρώτησες.

«Αν ήθελες να ξέρεις πώς είμαι, να έμενες εδώ. Να μην έφευγες. Να μην κρυβόσουν πίσω από προφάσεις και δικαιολογίες». Αυτό σκεφτόμουν μα το μόνο που τόλμησε να βγει απ’ τα χείλη μου ήταν ένα τυπικό και ξερό: «Καλά, εσύ;»
Πριν προλάβω να ολοκληρώσω τη φράση μου ψέλλισες «μου λείπεις».  

Όχι, δε σου λείπω. Τώρα το ξέρω. Έλεγες πως αναζητάς την αγάπη αλλά η πρόκληση της επιδερμίδας σε κέρδιζε κάθε μέρα.
Χρησιμοποιούσες μια επιθετική άμυνα για να ελέγχεις την έκβαση από κάθε μας διάλογο.

Τότε μου φάνηκε ενδιαφέρον, μα τώρα ξέρω πως δεν μπορούσες να κάνεις αλλιώς. Ήθελες να περνάς καλά χωρίς τους πόνους του έρωτα κι ας έλεγες πως ήθελες να ερωτευτείς. Τώρα πια ξέρω.
Αυτό που φοβήθηκες πιο πολύ ήταν ο ίδιος ο έρωτας. Ο έρωτας που είχα για σένα.  

Τώρα, καθισμένοι στο πεζούλι, μοιάζουμε με ξεπεσμένους ήρωες της νύχτας. Οι σκιές μπορούν και καλύπτουν τη λήθη που κρύβεται στα μάτια. Όμως, κάτω απ’ το φως του ήλιου τίποτα δε μένει κρυφό.

Ξημέρωσε ένα νωχελικό πρωινό κι οι δρόμοι ήταν ακόμη άδειοι. Άκουσα βήματα να σέρνονται και ν’ απομακρύνονται. Βήματα δικά σου. Όπως πάντα, όπως κάθε φορά.
Ποτίσαμε τη βραδιά που πέρασε μ’ αλκοόλ και το δέρμα  με δάκρυα. Μπροστά στο άδειο μπουκάλι όλες οι υποσχέσεις έμοιαζαν παντοτινές.
Πληρώσαμε το «τώρα» με τις υποσχέσεις του «για πάντα» και το χάσαμε στον δρόμο.

Σκέφτομαι έναν στίχο από ένα ποίημα: «Ο έρωτας, αυτό το αίσθημα, αυτό το βίωμα. Μια σκέψη μοναχά και τον μίσησες. Μια ανταπόκριση και τον λάτρεψες.»

Σε κοιτάζω που φεύγεις και αναρωτιέμαι: «Άραγε θ’ απαλλαγώ ποτέ απ’ αυτήν την πυώδη αρρώστια της ελπίδας;»


«Για ένα τίποτα, μη φοβηθείς, πώς φτάσαμε στ’ ανείπωτα… απόψε μη χαθείς».







Χάιντι Σεραφειμίδου

Κυκλοθυμική, στραβόξυλο, ζηλιάρα, ευέξαπτη, δυσλεκτική, καταθλιπτική εκ γενετής (και να σκεφτείτε αυτά είναι τα θετικά μου). Αν ήμουν καρτούν δεν θα ήμουν η «Χάιντι» για να τρέχω ανέμελη στα λιβάδια, το πιο πιθανό θα ήταν να ήμουν το πρόβατο. Είμαι προϊόν της συλλογής των καλών μα κυρίως των κακών εμπειριών μου. Είμαι κάτι από τις μουσικές που άκουσα, τους τόπους που άφησα, τα βιβλία που λάτρεψα, τους ανθρώπους που μ' έζησαν.

Website: iLov.gr

  • Facebook Comments
Scroll to Top