Έλειπες για καιρό από την ενεργό
δράση. Καθόσουν στον πάγκο και ξαφνικά αποφάσισες να ξαναμπείς στο παιχνίδι.
Φοβάσαι λίγο τι θα αντιμετωπίσεις αλλά ξέρεις ότι δεν έχεις ανάγκη εσύ. Είσαι
φυσικό ταλέντο.
Φυσικά δεν μιλάω ούτε για
ποδόσφαιρο ούτε για μπάσκετ. Μιλάω για το παιχνίδι του φλερτ. Εκείνο, που
παίζεις λίγο με λέξεις και υπονοούμενα για να δείξεις ότι σου αρέσει αυτός που
έχεις απέναντι σου.
Ναι, ναι. Αυτό, που βγαίνεις έξω,
τον κοιτάς, σε κοιτάει και στο τέλος φεύγει έτσι απλά πανέμορφος (ή και όχι),
χωρίς να πει κουβέντα. Πείτε μου λίγο. Τι έχει γίνει και έχει πέσει τόσο το
επίπεδο; Τρομάζω.
Κατ’ αρχάς, ο πιο κοινός τρόπος
φλερτ πλέον, είναι ο διαδικτυακός. Το απόλυτο ξενέρωμα. Facebook, Twitter, Instagram, Tinder. Έχουμε φτάσει σε σημείο που
ανταλλάσουμε like για να φλερτάρουμε.
«Μου χει κάνει like σε
όλες τις φωτο προφίλ, και σε 10 τραγούδια. Με θέλει κολασμένα».
Ναι, μπορεί όντως, αλλά και;
Είναι αυτός τώρα τρόπος να φλερτάρεις; Όταν λέμε ότι θέλουμε κάποιον να μας
κάνει το «κλικ», δεν εννοούμε ακριβώς αυτό, ναι;
Και άντε, αν πιάσετε την κουβέντα
και βρείτε κοινά ενδιαφέροντα ή τέλος πάντων το ‘χει το πράγμα, πάει καλά. Αλλά
είναι και τα λεγόμενα «βουρ στον πατσά» που έχουν αυξηθεί σαν τις ακρίδες στα social τον τελευταίο καιρό.
Είναι τα γνωστά αυτά μεταμεσονύκτια
μηνύματα τύπου: «Πότε θα βρεθούμε; / τι κάνεις αύριο βράδυ; / καύλα είσαι» και
συνήθως ακολουθείται από το «ελαφρύ να είναι το block που σε σκεπάζει» (σ.σ. μιλάμε πάντα
για την περίπτωση που απλά θες να φλερτάρεις κι όχι απλά να κάνεις σεξ). Κοινώς
«κι αν σου κάτσει;».
Τι κι αν έχετε μιλήσει δύο φορές
σε διάστημα ενός χρόνου; Θα το στείλει. Γιατί μέχρι εκεί πάει το μυαλό του ανθρώπου.
Αυτό θέλει, αυτό θεωρεί φλερτ.
Η άλλη υπέρτατη κατηγορία, είναι
η «θα σου πετάξω μια -και καλά- ψαγμένη ατάκα που, πολλές φορές, δε βγάζει
κανένα νόημα για να εντυπωσιαστείς».
Ξέρεις, είναι αυτή η ατάκα που θα
σου πει για να σου αποδείξει πόση σοφία κουβαλάει, ρε παιδί μου. Όλα όσα έχει
μάθει απ’ το Πανεπιστήμιο της ζωής κι έτσι.
Τύπου: «Αυτή η υπέρμετρη απλότητα
σου, που εμπεριέχει οξυδέρκεια, αφοπλίζει κάθε δική μου ένσταση και αναστολή»
και εσύ είσαι σε φάση «Μισό λεπτό! Μόλις με ειδοποιούν απ’ το κοντρόλ ότι
πρέπει να φύγω τρέχοντας».
Όχι, όχι. Δεν εντυπωσιάζεις έτσι.
Τρομάζεις κόσμο θα έλεγα εγώ. Πάρε ένα χαπάκι και κοιμήσου μπας και βρεις εσύ
την υγειά σου κι εγώ την ησυχία μου.
Και για να το κλείσω, θα
επιστρέψω στο πρώτο πράγμα που ανέφερα. Τι γίνεται μ’ αυτό το «σε κοιτώ-με
κοιτάς, κοιτιόμαστε και κανείς δεν κουνάει ούτε το δαχτυλάκι του»;
Πήγα τις προάλλες να πάρω καφέ,
και ήταν ένα παλικάρι που μου έκλεισε το μάτι. Δε σας κρύβω, ενθουσιάστηκα.
Όχι που μου έκλεισε το μάτι, που έκανε ένα κλικ παραπάνω απ’ το κοίταγμα. Πού
φτάσαμε, δηλαδή! Να ενθουσιαζόμαστε με το τίποτα.
Και για να σε προλάβω, δε λέω πως
δεν υπάρχουν εξαιρέσεις και φωτεινά παραδείγματα. Φυσικά και υπάρχουν. Γι’ αυτό
και μόλις τα εντοπίσουμε κολλάμε πάνω τους.
Γι’ αυτό, ίσως είναι μια καλή
ιδέα να πάμε back to basics.
Ξέρεις, τότε που παίρναμε τηλέφωνο αντί να στείλουμε μήνυμα στο Facebook, τότε που το «μου αρέσεις» το
λέγαμε και δεν το πατούσαμε. Τότε που αντί να ποστάρουμε τραγούδια στον τοίχο
μας τα αφιερώναμε απ’ τις εκπομπές των ραδιοφώνων. Να το κάναμε λίγο πιο
ουσιαστικό το όλο θέμα έλεγα…
Απ’ την άλλη δεν ξέρω κιόλας. Ίσως εγώ απλά να γεννήθηκα σε λάθος
εποχή.